Τον τελευταίο καιρό ολόκληρη η ελληνική κοινωνία συγκλονισμένη από το πρόσφατο τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη που έσπειρε το θάνατο σε τόσους ανθρώπους, οι περισσότεροι εξ αυτών νέοι και προκάλεσε σε όλους μας ανείπωτο πόνο, περιμένει εναγωνίως να ακούσει μια ξεκάθαρη δήλωση εκ μέρους όλων αυτών που μας διοικούν με τους νόμους, τις διατάξεις, τα προεδρικά διατάγματα και άλλα πολλά παρόμοια, για την αιτία που προκάλεσε όλο αυτόν τον όλεθρο σε τόσες οικογένειες και κατ΄επέκταση σ΄όλους μας.
Μέχρι τούτη την ώρα, εκτός από τις συνηθισμένες ρητορικές και υποσχέσεις ότι «η δικαιοσύνη θα κάνει τη δική της δουλειά», «οι ευθύνες θα αποδοθούν», «οφείλουμε μια ειλικρινή απάντηση στους συγγενείς των θυμάτων» και «ότι θα συσταθεί ανεξάρτητη και υπερκομματική επιτροπή εμπειρογνομώνων που θα εξετάσει πλήρως τα αίτια του δυστυχήματος αλλά και τις διαχρονικές καθυστερήσεις στην υλοποίηση των σιδηροδρομικών έργων» που ακούστηκαν από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό στο διάγγελμά του λίγο μετά την τραγωδία, τίποτα το σαφές δεν έχει ανακοινωθεί που να μπορεί να απαντήσει ευπρεπώς στην γεμάτη απόγνωση ερώτηση των συγγενών των θυμάτων «ΓΙΑΤΙ;». Είμαστε άλλη μια φορά μάρτυρες της χαρακτηριστικής τακτικής όλου του διαχρονικού πολιτικού κατεστημένου της χώρας να αδυνατούν να τοποθετηθούν ξεκάθαρα απέναντι σε όποιο θέμα απαιτεί άμεσες διευκρινίσεις. Συνήθως υπεκφεύγουν δια της γνωστής πια σε όλους μας μεθόδου των αντιπαραθέσεων μεταξύ τους, δίκην θιάσου μιας φτηνής παράστασης με πολλά λόγια και άνευ ουσίας, ενώ καθώς φαίνεται έχουν πολλά να κρύψουν «κάτω από το χαλί» σχετικά με αυτό που προβάλλουν. Η ελληνική κοινωνία δεν φαίνεται όμως διατεθειμένη να ξεχάσει τις τραγικές συνέπειες της σύγκρουσης στη Λάρισσα, καθώς αυτή ήταν η σταγόνα που έκανε το ποτήρι να ξεχειλίσει και θα συνεχίσει να ερευνά, αναζητώντας επίμονα τα βαθύτερα αίτια που ίσως και να εξηγούν την πάγια αυτή εκατέρωθεν στάση της κυβερνητικής και κομματικής ασάφειας.
Ο σημερινός Πρωθυπουργός της χώρας ήταν μπλεγμένος με δικαστικές εκκρεμότητες πολύ πριν εκλεγεί βουλευτής όταν εργαζόταν ως στέλεχος επιχειρήσεων. Διορισμένος τότε επί Κυβέρνησης Σημίτη και κατά τα έτη 2000-2003 διετέλεσε πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας Iven, θυγατρικής της Εθνικής Τράπεζας και υπέδειξε την ένταξη εταιρειών σε κοινοτικό πρόγραμμα ενίσχυσης μικρομεσαίων επιχειρήσεων (πρόγραμμα ΕΛΕΥΘΩ), χωρίς αυτές οι εταιρείες να πληρούν τις απαιτούμενες προδιαγραφές. Η υπόθεση πήρε το δρόμο της δικαιοσύνης και όταν ολοκληρώθηκαν οι έρευνες, σύμφωνα πάντα με πληροφορίες και μετά το σχηματισμό Κυβέρνησης από τον Κώστα Καραμανλή με βουλευτή τότε της Νέας Δημοκρατίας τον κ. Μητσοτάκη, ζητήθηκε άρση της βουλευτικής του ασυλίας προκειμένου να του απαγγελθούν κατηγορίες για απάτη αλλά η Βουλή κατά την προσφιλή της συνήθεια την απέρριψε και το θέμα δεν διαλευκάνθηκε ούτε ποτέ μας έδωσε κανείς κάποια απάντηση για την πορεία της δικαστικής έκβασης των υποθέσεων αυτών.
Στο «Πόρισμα της Εξεταστικής Επιτροπής για τη διερεύνηση της υπόθεσης «Siemens στο σύνολό της», Αθήνα 2011, αποτυπώνεται ότι “η αποδοχή δώρων από τους πρώην υπουργούς κ. Ακη Τσοχατζόπουλο, κ. Ντόρα Μπακογιάννη και τον βουλευτή κ. Κυριάκο Μητσοτάκη, μπορεί να είναι ηθικά επίμεμπτη, όχι όμως και ποινικά κολάσιμη, καθώς δεν συνδυάζεται με αντιπαροχή» κάτι που αποδεικνύει την εμπλοκή τους. Η υπόθεση δεν προχώρησε διότι η συγκεκριμένη επιτροπή της Βουλής δεν ενομιμοποιείτο να προτείνει την περαιτέρω διερεύνηση για πράξεις απλών βουλευτών όπως ήταν τότε ο κ. Μητσοτάκης. Τελικά όμως εμείς οι πολίτες που βιώνουμε τις συνέπειες της πολιτικής που ασκεί ένας Πρωθυπουργός με «ηθικά επίμεμπτες αποδοχές δώρων» από τη Siemens δεν είδαμε ποτέ καμμιά σοβαρή δικαστική απόφαση για το τεραστίων διαστάσεων αυτό σκάνδαλο που αφορούσε, όπως αποδεικνύεται και τον ηλεκτρονικό εξοπλισμό του ΟΣΕ. Αντίθετα το σκάνδαλο θάφτηκε κυριολεκτικά ύστερα από την απαλλαγή όλων των κατηγορουμένων λόγω παρέλευσης 20ετίας από την τέλεση των αδικημάτων και άρα σύμφωνα με την τρέχουσα νομοθεσία τα αδικήματα αυτά παραγράφονται. Το τελικό δικαστήριο που αποφάσισε την απαλλαγή έγινε το Σεπτέμβριο του 2022 με κυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας και έναν πρωθυπουργό με αδιευκρίνιστο παρελθόν. Αυτό φυσικά δεν απαλλάσσει των ευθυνών της ολόκληρη την κομματοκρατία της Βουλής που συνήθως βλέπει αλλά δεν μιλάει όπως οφείλει, καθότι ο Αδωνης Γεωργιάδης, βουλευτής του ΛΑΟΣ τότε, είχε καταγγείλει στη Βουλή ότι επιχειρείται από τη ΝΔ συμψηφισμός ανάμεσα στις σχέσεις της Siemens με τη νεολαία ΠΑΣΟΚ και τις «διευκολύνσεις» της εταιρείας στον Κυριάκο Μητσοτάκη. Αυτό δεν εμπόδισε φυσικά τον κ. Γεωργιάδη να γίνει και υπουργός με τη σημερινή κυβέρνηση ενώ είχε δηλώσει λίγο μετά τα αποτελέσματα των εκλογών του 2019 ότι «ο Μητσοτάκης θα γίνει ένας από τους καλύτερους πρωθυπουργούς που είχε η χώρα». Είναι πολλοί οι ανακατεμένοι με σκάνδαλα οι οποίοι σήμερα είναι υπουργοί ή κατέχουν θεσμικές θέσεις και παίρνουν αποφάσεις για όλους εμάς και για τους οποίους η επιλεκτική σιωπή δημιουργεί υπόνοιες στους πολίτες. Εδώ και αρκετά χρόνια τεράστια σκάνδαλα συγκλόνισαν τη χώρα χωρίς αυτά να εξιχνιαστούν ποτέ όπως αυτό για παράδειγμα της Siemens το οποίο δεν αφορούσε μόνο τηλεπικοινωνιακό εξοπλισμό του ΟΤΕ αλλά και ηλεκτρονικό εξοπλισμό του ΟΣΕ. Είναι απαράδεκτο για έναν Πρωθυπουργό που συμμετέχει στην αποσιωποίηση κατηγοριών που βαραίνουν και τον ίδιο να μιλάει για «δικαιοσύνη» σε τόσους πονεμένους συμπολίτες μας.
Σύνταξη: Αργυρώ Παναγιωτοπούλου
0 Σχόλια